Pawnor - ορισμός. Τι είναι το Pawnor
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι Pawnor - ορισμός


Pawnor      
·noun One who pawns or pledges anything as security for the payment of borrowed money or of a debt.
Pawning         
  • Pawn shop in [[Changlun]], Malaysia
  • Pawn shop in Hong Kong
  • A typical Hong Kong pawn shop sign: a [[bat]] holding a [[coin]]
  • Pawnbroker in [[Reseda, CA]]
  • A [[London]] shop displays the traditional pawnbroker's sign.
  • Pawnbroker's sign in [[Edinburgh]], Scotland
  • Symbol of pawnbrokers
  • A pawnbroker in [[Oulu]], [[Finland]] in 2009
  • Modern pawnbroker storefront
  • [[Provident Loan Society]] of New York, a charitable pawnbroker
INDIVIDUAL OR BUSINESS THAT OFFERS LOANS TO PEOPLE, WITH ITEMS OF PERSONAL PROPERTY USED AS COLLATERAL
Pawn shop; Pawnbroking; Pawnshop; Pawn broker; Pawn Broker; Pawnbrokers; Hockshop; Pawn shoppes; Pawnshops; Pawned; Pawn ticket; Pawn brokers; Pawn store; Pawn shops; Online Pawning; Pawnbrokers Shop; Gold appraiser; High-end collateral lender; Pawning
·p.pr. & ·vb.n. of Pawn.
pawn         
AIRPORT IN ALASKA, UNITED STATES OF AMERICA
PAWN
I. n.
Pledge (of a chattel to secure a debt), gage, security.
II. v. a.
1.
Pledge, offer or give as security.
2.
Stake, wager, hazard, lay, bet, risk.